Στο βιβλίο Στην Καρδιά των Μουσώνων υπάρχει η περιγραφή μιας σκηνής που νομίζω ότι είναι ιδιαίτερα επίκαιρη και προσφέρει γόνιμο έδαφος για αυτοέλεγχο. Η Βίβα εργάζεται σε μία στέγη φροντίδας παιδιών κάπου στην Ινδία. Ένα ατύχημα σε έναν καταυλισμό από τρώγλες φέρνει δεκάδες παιδιά εξαθλιωμένα και βουτηγμένα στη λάσπη για να βρουν καταφύγιο και φροντίδα εκεί. Και τότε:
Ένα κορίτσι που λεγόταν Ταλίκα αποσπάστηκε από το πλήθος των παιδιών που ζάρωναν κοντά στις σιδερένιες πύλες της στέγης. Ήταν επτά χρόνων περίπου και αξιοθρήνητα αδύνατη, με τεράστια καστανά μάτια, ανακατωμένα μαλλιά, ενώ φορούσε ένα λουλουδάτο φόρεμα που φάνταζε τεράστιο στο μικροσκοπικό κορμί της. Είχε μια πινακίδα περασμένη γύρω από το λαιμό της που έγραφε: «Χάρι κίτι» – «βοηθήστε με».
Όταν η Ταλίκα σωριάστηκε μπρούμυτα μπροστά στη Βίβα, η πάνινη κούκλα της από κουρέλια έπεσε στο χώμα δίπλα της. Και η Βίβα, νιώθοντας τα μπλεγμένα μαλλιά του μικρού κεφαλιού ν’ αγγίζουν τα παπούτσια της, είχε αισθανθεί πολλά διαφορετικά πράγματα. Θλίψη γι’ αυτό το αξιολύπητο κορίτσι, οργή για τα βάσανά της, αποστροφή, γιατί το παιδί, το οποίο έχει άσχημο κρύωμα, λέρωσε με μύξες τις κάλτσες της και φόβο ότι τώρα θα έπρεπε να κάνει κάτι για το κοριτσάκι
Κρατήστε τα ρήματα: θλίψη, οργή, αποστροφή και φόβος! Πιστεύω ότι δεν υπάρχει καλύτερο ψυχογράφημα της καρδιάς μπροστά στην πρόκληση για έλεος. Δείτε τους δύο πόλους στη ζυγαριά των συναισθημάτων. Ή μάλλον πιο σωστά δείτε την πορεία τους αρχικά θλίψη και οργή, μετά όμως αποστροφή και κυρίως φόβος. Φόβος όμως γιατί; Φόβος για το «ότι τώρα θα έπρεπε να κάνει κάτι»…
Καλύτερα να μην ξέραμε, να μην βλέπαμε, να μην καταλαβαίναμε, να συνέβαιναν όλα κάπου μακριά από εμάς. Αλλά τώρα δεν έχουμε δικαιολογίες